dict.gr · Deutsch/Griechisch-Wörterbuch
φορτηγό αυτοκίνητο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Laster
Ⓦ
Ⓖ
…
Substantiv
το
φορτηγό αυτοκίνητο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Lastwagen
Ⓦ
Ⓖ
…
φορτηγό αυτοκίνητο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Lastauto
Ⓦ
Ⓖ
…
φορτηγό αυτοκίνητο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Lastkraftwagen
Ⓦ
Ⓖ
…